Η ζωή μέσα στη μήτρα: Το πρώτο σχολείο σε αυτή τη ζωή
Η δυτική κουλτούρα του 21ου αιώνα, μέχρι αρκετά πρόσφατα, πίστευε ότι γίνεται κανείς γονιός αμέσως μετά τη γέννηση του παιδιού και ότι το έμβρυο δεν έχει σημαντικές εμπειρίες μέσα στη μήτρα. Αυτή η άποψη υποστηριζόταν και υποστηρίζεται από επιστήμονες του ιατρικού κόσμου οι οποίοι ορίζουν το έμβρυο ως μια κυρίως εγκεφαλική οντότητα που είναι ανεπαρκής ακόμα να καταγράψει μνήμες, να νοιώσει συναισθήματα, να μάθει, και να βιώσει ψυχικά τραύματα. Ωστόσο, πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει ότι οι αισθήσεις του εμβρύου αναπτύσσονται αρκετά νωρίς, με αποτέλεσμα η μήτρα να αποτελεί το πρώτο του σχολείο και η ζωή του μέσα σε αυτή να είναι ενεργή και γεμάτη με ανταλλαγές πληροφοριών σχετικά με το πώς είναι φτιαγμένος ο κόσμος "εκεί έξω".
Δίαυλος αυτής της επικοινωνίας αποτελεί η μητέρα η οποία μέσω των δικών της χημικών υγρών διοχετεύει στο έμβρυο πληροφορίες. Αυτές οι τελευταίες εξαρτώνται από το πώς η μητέρα αντιλαμβάνεται και διαχειρίζεται τη ζωή της. Αισθήματά της, όπως φόβος, θυμός, αγάπη, ελπίδα, μπορούν χημικά να αλλάξουν τη γενετική έκφραση του εμβρύου. Οι αντιλήψεις που έχουμε για το περιβάλλον και τα αισθήματα που απορρέουν από αυτές προκαλούν σωματικές αντιδράσεις με το να ελευθερώνουν μόρια "σινιάλα" στο αίμα. Αυτά τα μόρια συνδέονται με αισθήματα και ενεργοποιούν συγκεκριμένους πρωτεϊνούχους δέκτες που βρίσκονται στην επιφάνεια κυττάρων των οργάνων και των ιστών. Οι παραπάνω δέκτες χρησιμεύουν ως μοριακοί διακόπτες που ρυθμίζουν τη μεταβολική συμπεριφορά του οργανισμού και τον βοηθούν να προσαρμόζεται στο περιβάλλον. Οι σωματικές αντιδράσεις στο περιβάλλον περιλαμβάνουν ρυθμίσεις του νευρικού συστήματος, των ενδοκρινολογικών οργάνων και του καρδιολογικού, αναπνευστικού, πεπτικού συστήματος.
Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, λοιπόν, η αντίληψη του γονιού για τον κόσμο μεταδίδεται «χημικά» στο έμβρυο μέσω του πλακούντα. Παρά το γεγονός ότι το αναπτυσσόμενο παιδί δεν καταλαβαίνει τα γεγονότα που προκαλούν την αισθηματική αντίδραση της μητέρας, συνειδητοποιεί τις σωματικές αντιδράσεις και «εντυπώσεις» του συναισθήματος. Με αυτό τον τρόπο, το έμβρυο υιοθετεί «χημικά», από τη μήτρα ακόμα, τις γονεϊκές αντιλήψεις και η συμπεριφορά του προγραμματίζεται σύμφωνα με αυτές. Ένα μωρό που περικυκλώνεται από φόβο, θυμό και αγωνία θα προσαρμοστεί σε αυτό τον κόσμο και θα μεταφέρει αυτά τα αισθήματα και στη δική του ζωή αργότερα. Φαινομενικά, μπορεί το μωρό να είναι ασφαλές μέσα στη μήτρα, αλλά να νοιώθει την απόρριψη και το φόβο. Κατά συνέπεια, είναι πιθανόν να φτάνει στον κόσμο κουβαλώντας ένα υποσυνείδητο φορτίο αβεβαιότητας και άγχους σχετικά με την ταυτότητα και τις ρίζες του.
Από τα παραπάνω, συμπεραίνουμε ότι η μήτρα είναι ένα περιβάλλον που διεγείρει τόσο τις αισθήσεις όσο και τα συναισθήματα του εμβρύου. Η πρώτη κίνηση που συμβολίζει την ίδια τη ζωή είναι ο κτύπος της καρδιάς και πρωτοακούγεται γύρω στις 3 εβδομάδες μετά τη σύλληψη. Η ρυθμική αυτή δραστηριότητα συνεχίζεται, ενώ βαλβίδες, αγγεία και άλλες ενώσεις και μέρη του σώματος αναπτύσσονται. Μεταξύ της 6ης και 10ης εβδομάδας, παρατηρούμε κινήσεις κυκλικές και τεντώματος του κεφαλιού, των χεριών και των ποδιών. Οι κινήσεις αναπνοής και σαγονιού έχουν αρχίσει και τα χέρια του εμβρύου είναι απασχολημένα με το υπόλοιπο σώμα του και τον ομφάλιο λώρο.
Όσον αφορά στην αφή, πειράματα έχουν δείξει ότι η ευαισθησία του δέρματος γενικεύεται στην περιοχή των γεννητικών οργάνων (στις 10 εβδομάδες), στις παλάμες (στις 11 εβδομάδες) και στις πατούσες (στις 12 εβδομάδες). Αυτά τα μέρη που ευαισθητοποιούνται πρώτα είναι αυτά που έχουν και τους περισσότερους και πολυποίκιλους αισθητήριους δέκτες στους ενήλικες. Γύρω στις 17 εβδομάδες, όλη η περιοχή της κοιλιάς και των γλουτών είναι ευαίσθητη στην αφή, και τέλος, στις 32 εβδομάδες, σχεδόν όλο το σώμα είναι ευαίσθητο στο ελαφρύ άγγιγμα μιας τρίχας.
Οι οργανικές δομές για τη γεύση είναι διαθέσιμες γύρω στις 14 εβδομάδες και οι ειδικοί πιστεύουν ότι αυτή η αίσθηση αρχίζει να αφυπνίζεται εκείνη την περίοδο. Τεστ έχουν δείξει ότι το έμβρυο καταπίνει περισσότερο, όταν λαμβάνει γλυκές γεύσεις, και λιγότερο, όταν λαμβάνει πικρές.
Μέχρι πρόσφατα, δεν είχε δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην οσμή, εφόσον οι ερευνητές πίστευαν ότι εξαρτάται από τον αέρα και την αναπνοή. Πάραυτα, τελευταίες έρευνες έχουν ανοίξει το δρόμο για νέες ανακαλύψεις. Η μύτη αναπτύσσεται μεταξύ των 11 και 15 εβδομάδων. Πολλά χημικά στοιχεία πλησιάζουν τον πλακούντα και αναμειγνύονται με το αμνιακό υγρό, προσφέροντας έτσι στο μωρό γεύσεις και οσμές. Το αμνιακό υγρό που περιβάλλει το έμβρυο καλύπτει τις στοματικές, ρινικές και φαρυγγικές κοιλότητες, και με αυτό τον τρόπο το μωρό το αναπνέει και το καταπίνει. Επίσης, τα προϊόντα που καταναλώνει η μητέρα προσεγγίζουν το μωρό μέσω του πλακούντα και του αίματος που ρέει στα τριχοειδή αγγεία της ρινικής βλέννας. Μέσω των δύο αυτών οδών, είναι πιθανόν να προετοιμάζεται αυτό το σύστημα για να ψάξει διάφορες οσμές ή κατηγορίες οσμών. Τα νεογνά έλκονται από τη μυρωδιά του γάλατος της μητέρας, αν και δεν έχουν έρθει ξανά σε επαφή με αυτό. Οι ερευνητές πιστεύουν ότι αυτό μπορεί να οφείλεται από στοιχεία που έχουν πάρει στην προγεννητική τους ζωή.
Όσον αφορά στην ακοή, έρευνες έχουν επιβεβαιώσει πια ότι οι φωνές φτάνουν στη μήτρα και δεν απομονώνονται από τον πλακούντα. Ο τόνος της φωνής, ο ρυθμός, όπως και η μουσική προσεγγίζουν το έμβρυο χωρίς σημαντικές αλλοιώσεις. Η φωνή της μητέρας είναι ιδιαίτερα πιο δυνατή από κάθε άλλο εξωτερικό ήχο, γιατί μεταφέρεται στη μήτρα κατευθείαν, μέσω του δικού της σώματος. Επίσης, ερευνητές στο Μπέλφαστ έχουν αποδείξει ότι η ενεργητική ακοή (δηλ. όταν το έμβρυο αντιδρά σε ήχους) ξεκινάει στις 16 εβδομάδες, που σημαίνει ότι ένα μεγάλο κανάλι επικοινωνίας είναι ανοικτό περίπου 24 εβδομάδες πριν τη γέννηση.
Σχετικά με την όραση, αν και ξέρουμε ότι εξελίσσεται σταθερά κατά τη διάρκεια της κύησης, είναι δύσκολο να μελετήσουμε τους τρόπους και το ρυθμό αυτής της εξέλιξης. Ωστόσο, τη στιγμή της γέννησης, η όραση είναι τέλεια κεντραρισμένη από τις 8 έως τις 12 ίντσες, δηλαδή όσο είναι η απόσταση του προσώπου της μητέρας από το μωρό στο θηλασμό. Στη μήτρα, τα μάτια παραμένουν κλειστά μέχρι την 26η εβδομάδα. Εντούτοις, το έμβρυο είναι ευαίσθητο στο φως, εφόσον, όταν το ρίχνουμε πάνω στην κοιλιά της μητέρας, οι κτύποι της καρδιάς του αυξάνονται. Επίσης, αν και δεν εξηγείται εύκολα, έμβρυα με μάτια κλειστά φαίνεται ότι χρησιμοποιούν ένα είδος «όρασης» για να εντοπίσουν τη θέση της βελόνας, όταν γίνεται αμνιοκέντηση. Όταν η βελόνα εισέρχεται στη μήτρα, είτε μαζεύονται μακριά από αυτή, είτε της επιτίθενται με μπουνιά. Επίσης, έχει παρατηρηθεί ότι μερικά μωρά μένουνε ακίνητα μετά την αμνιοκέντηση και ότι ο κανονικός ρυθμός της αναπνοής τους επανέρχεται μετά από αρκετές μέρες. Τέλος, ερευνητές έχουν ανακαλύψει ότι τα έμβρυα ονειρεύονται από τις πρώτες 23 εβδομάδες, όταν παρατηρείται για πρώτη φορά γρήγορη κίνηση του ματιού κατά τη διάρκεια του ύπνου. Έρευνες πρόωρων μωρών έχουν φανερώσει έντονη «ονειρική» δραστηριότητα που απασχολεί 100% της ώρας του ύπνου τους, όταν είναι 30 εβδομάδων. Το ποσοστό σταδιακά μειώνεται σε 50%, όταν φτάσουν στην 32η με 33η εβδομάδα. Κατά τη διάρκεια του ονείρου, συγχρονίζονται οι μύες του προσώπου και εκδηλώνουν ανάλογα ευχάριστες ή δυσάρεστες εκφράσεις. Αυτή η δραστηριότητα του ονείρου είναι, επίσης, ενδογενής - ούτε προκαλείται από κάτι, ούτε αντιδρά σε κάτι - και εκφράζει εσωτερικές νοητικές ή συναισθηματικές καταστάσεις.
Σύμφωνα με την παράδοση, η ψυχολογία τοποθετεί τις πρώτες μνήμες μας γύρω στα τρία (3) μας χρόνια, γιατί λίγοι είναι οι άνθρωποι που συνειδητά θυμούνται γεγονότα πριν από αυτή την ηλικία. Ωστόσο, αυξανόμενη βιβλιογραφία δείχνει ότι η μνήμη αρχίζει από τον πρώτο χρόνο ζωής και από την προγεννητική περίοδο, επίσης. Μερικά παιδιά θυμούνται γεγονότα της γέννησής τους, αλλά η έκφραση αυτής της μνήμης δεν είναι δυνατή μέχρι να μιλήσουν. Πριν χρησιμοποιήσουν λόγια, μπορούν να εκφράζουν το μνημονικό τους μη-λεκτικά με το να ζωγραφίζουν, με το να μιμούνται σκηνές παίζοντας παντομίμα, με το να δείχνουν μέρη του σώματος, και με το να μιμούνται ήχους από συσκευές που χρησιμοποιήθηκαν στον τοκετό. Αυτά τα παιδιά μας εφιστούν την προσοχή στο ότι η πρώιμη μνήμη και μάθηση είναι πιθανές και πραγματικές. Επιπλέον, η παρατήρηση μέσω υπερήχου μας έχουν δείξει ότι δίδυμα αναπτύσσουν κινήσεις και συνήθειες στις 20 εβδομάδες οι οποίες παραμένουν και στα μεταγεννητικά τους χρόνια. Επίσης, εφόσον η ακοή αναπτύσσεται από τις πρώτες 16 εβδομάδες, είναι πιθανόν τα έμβρυα να μαθαίνουν τη μητρική τους γλώσσα πριν τη γέννησή τους. Όπως ειπώθηκε ήδη, η φωνή της μητέρας φτάνει στη μήτρα με ελάχιστη αλλοίωση. Έχει διαπιστωθεί ότι γύρω στις 27 εβδομάδες, το κλάμα του μωρού περιέχει κάποια χαρακτηριστικά ομιλίας, ρυθμού και φωνητικά στοιχεία της μητέρας του. Οι αντιδράσεις των νεογέννητων στη γλώσσα βασίζονται στους ήχους που ακούνε στη μήτρα: δείχνουν περισσότερο ενδιαφέρον, όταν ακούνε έναν ενήλικα να μιλάει στη μητρική τους γλώσσα παρά σε κάποια άλλη.
Τέλος, τα μωρά μπορούν να μάθουν τη συναισθηματική κατάσταση της μητέρας τους. Πειράματα στην Αυστραλία αποκάλυψαν ότι τα έμβρυα συμμετείχαν στη συναισθηματική αναστάτωση που είχαν οι μητέρες τους παρακολουθώντας ένα βίαιο εικοσάλεπτο (20’) απόσπασμα μιας ταινίας. Όταν τα μωρά έβλεπαν για λίγο το ίδιο απόσπασμα, τριών (3) μηνών πια, έδειχναν ότι το αναγνώριζαν από την προηγούμενη εμπειρία τους. Έρευνες χιλίων μωρών που είχαν καταθλιπτικές μητέρες κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, έδειξαν ότι και αυτά υπέφεραν από κατάθλιψη στη γέννησή τους, και σε αναλογία του ποσοστού που υπέφεραν οι μητέρες τους.
Εν κατακλείδι, το σημαντικό μήνυμα που προκύπτει απ’ όλες αυτές τις πληροφορίες είναι ότι τα μωρά στη μήτρα είναι ενεργητικοί δέκτες, σε εγρήγορση σε ό,τι αφορά το εξωτερικό τους περιβάλλον. Η μήτρα αποτελεί το πρώτο σχολείο μάθησης, όπου αναπτύσσονται οι αισθήσεις τους, και η ζωή μέσα της μόνο βαρετή και παθητική δεν είναι. Με αυτό τον τρόπο, πρόωρα και νεογέννητα μωρά φτάνουν στον κόσμο, έχοντας ήδη λάβει και στείλει τα μηνύματά τους, πριν ακόμα μάθουν να σχετίζονται με την καθιερωμένη και επίσημη γλώσσα. Είναι μια ανακάλυψη που μας καθιστά πιο υπεύθυνους και, αν μη τι άλλο, πιο συνειδητοποιημένους και σκεπτικούς για το τι συναισθήματα, αντιλήψεις και συμπεριφορές μεταφέρουμε στο έμβρυο.